Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΟΦΑΛΟΥ (14)

 Η αποχαιρετιστήρια εσπερίδα του Τόφαλου στο θέατρο Απόλλων στην Πλατεία Γεωργίου. Το τρίο Βουρδέρη είναι καλλιτέχνες που έπαιζαν στον Βουρδέρη που είχε το μαγαζί του στην πλατεία. 8 Νοεμβρίου 1909

Δέκατο τέταρτο μέρος
-----------------------------

Μετά τη νίκη μου εναντίον του Μαγιάκι περιώδευσα –με το Ιπποδρόμιον του Σούμαν πάντοτε- εις τα ενδότερα της Κίνας. Πολλοί ομογενείς μου εξεδήλωσαν την αγάπη τους και τα αισθήματα τους. Κάποια μέρα έφτασε από τη Μαντζουρία ένας όμιλος Ελλήνων μ’ επικεφαλής τον μεγαλέμπορον Κεφαλήνα Τουλιάτον. Ενθουσιάστηκα παρα πολύ από τους καλούς φίλους της ελληνικής παροικίας. Αλησμόνητο θα μου μείνη ένα ελληνικό γλέντι που κάναμε σε μια μεγάλη έπαυλι. Έζησα στην άλλη άκρη του κόσμου μια ελληνική βραδιά από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα τα ίχνη τους...
Μετά τέσσαρες μήνες φύγαμε για το Τόκιο. Εκεί γνωρίσαμε καινούργιες επιτυχίες. Οι θεαματικές πράγματι παραστάσεις μας συνεκέντρωναν παρα πολύ κόσμο. Μέσα σε λίγο καιρό απεκτήσαμε φανατικούς θαυμαστάς οι οποίοι μας ενίσχυσαν ζωηρώς κατα το διάστημα της παραμονής μας στην Ιαπωνική πρωτεύουσα.
Προτού φύγουμε κάποια μέρα αποφασίσαμε να κάνουμε μια εκδρομή σ’ ένα προάστιο του Τόκιο για να περάσουμε μερικές ώρες κεφιού και ξενοιασιάς. Καθήσαμε σ’ ένα ωραιότατο ιαπωνικό κέντρο και μετά το φαγοπότι αρχίσαμε το τραγούδι. Ο καθένας από μας τραγουδούσε τραγούδια της πατρίδος του. Και φυσικά ότι τον συγκινούσε περισσότερο γιατί η νοσταλγία στην Άπω Ανατολή που βρισκόμαστε εκέντριζε πολλές φορές τον συναισθηματικό μας κόσμο. Μαζί μας ήσαν Ρώσοι, Γερμανοί, Ιταλοί, Γάλλοι κλπ. που αποτελούσαν μέλη του Ιπποδρομίου μας.

Ήλθε και η δική μου σειρά να τραγουδήσω ένα δημοτικό τραγούδι της πατρίδος μου. Και άρχισα με το «Γέρο Δήμο». Τότε συνέβη το εξής καταπληκτικό που επροκάλεσε σ’ όλους μας μεγάλη συγκίνησι. Προτού τελειώσω το τραγούδι εμφανίζεται ξαφνικά από το μαγειρείον του κέντρου ο μάγειρας. Πέφτει στα πόδια μου και με δάκρυα στα μάτια αρχίζει να τα φιλά:
-Να μου ζήσης πατριώτη. Χίλια χρόνια να ζήσης! Μου ανέστησες έναν ολόκληρο νεκρό κόσμο!
Κατάλαβα τη συγκίνησι του. Ήταν Έλλην.
-Πως λέγεσαι; του λέω.
-Νικόλαος Διακάκης, μουπε.
-Έχεις πολύν καιρό εδώ;
-Τριάντα ολόκληρα χρόνια κοντά στους κίτρινους. Μαρτύριο φοβερό. Αλλά τώρα η ψυχή μου άνοιξε που άκουσα τη γλώσσα μας. Να μας ζήση η Ελλάδα μας...
Φυσικά ακολούθησε ελληνικώτατον γλέντι εις το οποίον έλαβαν μέρος όλοι οι ξένοι του Ιπποδρομίου και ο αξέχαστος φίλος Διακάκης ο οποίος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από μένα ώστε εγκατέλειψε επί δύο ημέρας τη δουλειά του, την οικογένεια του, τις υποχρεώσεις του και μας κατευόδωσε μέχρις ότου επιβιβαστήκαμε στο πλοίο.

Επέστρεψα και πάλιν στην Ελλάδα. Στο μυαλό μου κυριαρχούσε μια ιδέα. Ένας πόθος είχε κατακλύσει την ψυχή μου: Να φύγω για την Αμερική. Άλλωστε εκείνη την εποχή(1909-1910) η ελληνική μετανάστευσις βρισκόταν στην ακμή της. Απ’ όλα τα σημεία της χώρας κατα εκατοντάδες έφευγαν για την Αμερική οι Έλληνες. Πραγματικός συναγερμός που ανέτρεψε τότε την ελληνική κατάστασι προ πάντων στην ύπαιθρο Ελλάδα.
Ο αείμνηστος Τίμος Μωραϊτίνης γράφων τότε σε μια εφημερίδα της εποχής του περιέγραφε ως εξής το ξεσήκωμα των νέων για καινούργια τύχη:«Όλοι φεύγουν. Η Ελλάς μεταναστεύει στον Νεόν Κόσμον. Ο πόθος του χρυσού εις τας χώρας του πλούτου, συγκινεί υπερβολικά τους Έλληνας. Ίσως σήμερα, ίσως αύριον θα πρέπει να βάλουμε μια μεγάλη επιγραφή στο Φάληρον που να λέη: Ενοικιάζεται η Ελλάς!...».
Με κλάματα στα μάτια με συνώδευσαν οι γονείς μου και τ’ αδέλφια μου στην προκυμαία των Πατρών προκειμένου ν’ αναχωρήσω για το υπερπόντιο ταξίδι. Πραγματικά το ταξίδι εκείνο με είχε πολύ συγκινήσει. Χωρίς να ξαίρω γιατί, ενώ είχα κάνει τόσα μακρινά ταξίδια, η αναχώρησις μου για την Αμερική μου είχε προξενήσει μια βαθιά μελαγχολία ανεξήγητη ακόμη και τώρα.

Ανεχώρησα με το ελληνικόν υπερωκεάνειον «Αθήναι» το οποίον παρέλαβε από διάφορα λιμάνια της Ελλάδος περι τους 1800 μετανάστες προοριζομένους για την μυθολογική χώρα του πλούτου. Το ταξίδι ήταν ωραίο και το κέφι μεταξύ των συμπατριωτών μας αδιάπτωτο μέχρι τέλους. Στο διάστημα του ταξιδιού μαζί με άλλους φίλους και θαυμαστάς μου σκεφτήκαμε να δώσουμε μια παράστασιν προκειμένου τα χρήματα να τα χρησιμοποιήσουμε δι’ εθνικόν σκοπόν.
Πράγματι σε μια ωραιοτάτη επίδειξι εις το αγώνισμα άρσεως βαρών συνεκεντρώθησαν περι τις 3.500 χρυσές δραχμές. Τα χρήματα αυτά εδόθησαν στη Ν. Υόρκην εις τον μεγάλο εθναπόστολον αείμνηστον Σπύρον Ματσούκαν προκειμένου να τα χρησιμοποιήση δια την εθνικήν υπόθεσιν.

ΣΤΟΥΣ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Η πρώτη εντύπωσις από την άφιξι μου στην Ν. Υόρκη ήταν καταπληκτική. Μου έκανε πράγματι έκπληξι ο οικοδομικός όγκος της αμερικανικής μεγαλουπόλεως και ο διαφορετικός πολιτισμός των ανθρώπων του Νέου Κόσμου. Είχα την εντύπωσι πως βρέθηκα ξαφνικά μέσα σ’ ένα κυκεώνα ενός δυσκόλου ανθρωπίνου συγκροτήματος. Εν τούτοις κατώρθωσα να προσανατολισθώ. Οι ομογενείς μ’ εβοήθησαν με συγκινητικήν προθυμίαν. Οι αμερικανικοί αθλητικοί σύλλογοι μ’ εδέχτηκαν με μεγάλη χαρά στη δύναμι τους και με παρουσίασαν μάλιστα μεταξύ των Αμερικανών αθλητών. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα τ’ όνομα μου διεδόθη κυρίως μεταξύ των αθλητικών παραγόντων. Κατ’ αρχήν αυτό μ’ ενδιέφερε περισσότερον γιατί ήμουν πλέον επαγγελματίας αθλητής. Σιγά-σιγά όμως και με την ηθικήν ενίσχυσιν των ομογενών μας η φήμη μου εξηπλώθη στην αχανή Αμερικήν. Η πάλη έγινε οριστικά το αγαπημένο μου αγώνισμα και εκεί προσανατολίστηκα με πίστι και φανατισμό. Αλλά παραλλήλως το αγώνισμα της άρσεως βαρών δεν το εγκατέλειψα.

Τέλος δεκάτου τετάρτου μέρους (συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου